άλλο να μην απαντάς καν και να κρύβεσαι… κι άλλο να απαντάς για 17 λεπτά on camera και τελικά να μην λες τίποτα “για την ταμπακιέρα”
Πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90.
Αιώνας εικοστός.
Εκείνα τα χρόνια η διαβάθμιση ήταν
- εντελώς γκαβό
- να ‘χαμε να λέγαμε-επικίνδυνος αστάθμητος παράγων
- “πουλί” κάπως
- “πουλί” πλήρως
- υποψήφιο μειράκιον
- μειράκιον
- πιθανός ρεπόρτερ
- πεζοδρόμιο χωρίς ορίζοντα
- ρεπόρτερ
- ρεπόρτερ και κάνε και μια γενική εξέταση να ξέρουμε.
Στις μέρες που ήμουνα “πουλί” και μ’ αγαπούσανε πολλοί, ήρθε μια Παρασκευή με πρόγραμμα προδιαγεγραμμένο και ίδιο για μήνες: βάρδια ως τις 12-όσο χρειαστεί. Στο σχόλασμα, η εργοδοσία έκανε σαφές ότι έρχεται ο Άκης για το Σαββατοκύριακο και τα υπόλοιπα είναι τόσο γνωστά που δεν υπάρχει περιθώριο λάθους. Μάθε τι ώρα ακριβώς πατάνε οι ρόδες του αεροπλάνου στο “Μακεδονία” και το βίντεο πρέπει να αρχίζει απ’ τη στιγμή που εμφανίζεται στη σκάλα. Όπως συνέβαινε και με πολλούς άλλους, δεν ήξερες πότε ποιος θα πει τι και πόσο αυτό θα ήταν απαραίτητο. Οπότε “έγραφες” ακόμα κι όταν δεν υπήρχε λόγος για να μη χάσεις το παραμικρό. Αυτό, ειδικά με τον Άκη, συνέβαινε πάντα και παντού. Δεν μπορούσε να χαθεί κουβέντα, έκφραση, κίνηση, νεύμα Άκη. Άνετος και πανίσχυρος τότε, φωτογενής και γοητευτικός, με “αφ’ υψηλού” μεν, δημοκρατική δε συμπεριφορά έναντι όλων και με πλήρη κυριαρχία στις σχέσεις με τον Τύπο και τον κόσμο της Θεσσαλονίκης, δεν ήξερες πότε θα πει οτιδήποτε για οτιδήποτε. Κι απ’ την ώρα που ήταν στο οπτικό πεδίο της κάμερας…. “έγραφες”.
Πλησίασε και “γράφαμε” ήδη.
Τον ημικυκλώσαμε και κάποιος είχε την αποστολή της “πρώτης ερώτησης”, αυτής για την οποία όλοι θέλαμε απάντηση. Έγινε κι η ερώτηση. Κι ο Άκης έπιασε να απαντήσει. Και απάντησε. Κοντά στο πεντάλεπτο αρχίσαμε ν’ αλλάζουμε χέρια, να τεντώνουμε χέρια, να λυγίζουμε χέρια και ξανά απ’ την αρχή. Φαίνεται εύκολο, αλλά μπορείτε να το δοκιμάστε: κρατήστε κάτι με βάρος μισό κιλό, άντε 300 γραμμάρια, ένα μικρόφωνο, με το ένα χέρι, σταθερά στον αέρα και δείτε πότε το χέρι θ’ αρχίζει να κουράζεται. Θα επανεκτιμήσετε σίγουρα τόσα δύσμοιρα “πουλάκια” και την συμβολή τους στην καθημερινή σας ενημέρωση.
Η απάντηση ολοκληρώθηκε λίγο πριν μείνουμε όλοι κουλοί, δεύτερη ερώτηση δεν είχε κανείς κι ένα “πουλί” της Τούμπας που είχε την έμπνευση να κάνει δεύτερη, φιμώθηκε και εξαφανίστηκε αυτόματα και αδιόρατα, από πεπειραμένο βοηθό κάμεραμαν που να ‘ναι καλά όπου κι αν είναι. Τρέχοντας προς το αυτοκίνητο ρώτησα τον κάμεραμαν “πόσο ήταν;” από συνήθεια, χωρίς να δώσω σημασία στην απάντηση, γιατί ήξερα ότι η δήλωση ήταν μεγάλη, ΠΟΛΥ μεγάλη. Όπως συνέβαινε στις περιπτώσεις αυτές, ειδικά βράδυ Παρασκευής και επικίνδυνα κοντά στο δελτίο των 12, το τηλέφωνο -Nokia “βάρκα”, ίσα με τούβλο εξάρι- χτύπησε μόλις περάσαμε τα Κόκκινα Φανάρια.
- “Έβγαλε” τίποτα ο Άκης;
- Εεεεεε………. όχι
- Σίγουρα;
- Την ξανακούω τώρα, αλλά δε φαίνεται να “βγάζει” κάτι…
- Λοιπόν, ξανάκουσέ την. Αν βρεις κάτι, πάρε αμέσως τηλέφωνο. Και μόλις είσαι γραφείο, στείλ’ την να ‘μαστε σίγουροι. Σε πόση ώρα είσαι γραφείο;
- Σε δέκα
- Και σε πέντε δεν θα ‘ναι άσχημα. Έλα μου γεια.
Έκλεισα κι η “βάρκα” ξαναχτύπησε.
Ο Σταύρος. Που δεν εννοούσε να πάει σπίτι -μέσω “Balkan”-, αν δεν ησύχαζε με την συνηθισμένη άφιξη του Άκη για το σουκου.
- Έλα ρε “τρεχαντήρι”…. “έβγαλε” τίποτα ο Άκης;
- Εεεεεε…. μάλλον όχι. Την ξανακούω τώρα.
- Και δεν “βγάζει” τίποτα;
- Μάλλον όχι…
- Θα πας γραφείο;
- Ναι
- Δεν με παίρνεις να την ακούσω;
- Μόλις την στείλω κάτω.
- Θα την στείλεις; Οκ πάρε με όπως την στέλνεις να την ακούω κι εγώ.
- Οκ.
Το κύκλωμα περίμενε και η αποστολή άρχισε χωρίς απώλεια δευτερολέπτου. Το άγχος μην και είχα “χάσει” δήλωση σημαντική, λιγόστεψε μεν κι έμεινε το άγχος της κρίσης αν πράγματι είχα “χάσει” και πως αυτό θα επιδρούσε στην γενική αξιολόγηση του “πουλιού”. Στο τέταρτο λεπτό της αποστολής, η φωνή απ’ την ευθεία ούρλιαξε:
- Απόστολε, την δήλωση ζητήσαμε, τι μας στέλνετε;;; Που ‘ ναι ο Τσίρος;;;
- Εδώ είμαι, (ψέλλισα)… την δήλωση στέλνουμε
- Αυτήν στο αεροδρόμιο, απόψε;;;
- Ναι
- Ρε Τσίρο, είναι ήδη στο πέμπτο λεπτό. Τι μας στέλνεις;;;
- Αυτή είναι …. είναι 17′ και 23” ολόκληρη
- ………
- ……
- Πόσα ρωτήσατε, ρε Τσίρο;;;
- Μία ερώτηση, αυτήν που είπαμε
- Και ποιος είπε ότι δεν βγάζει τίποτα;
- Εεεεε…. εεεε—γώ
- Καλά. Στείλ’ την. Μη φύγεις.
Είδα τον εαυτό μου σε αφίσες μεγάλες με επισήμανση “”έχασε δήλωση Άκη”, έξω απ’ την Ένωση, σ’ όλο το κέντρο, δίπλα στο “De facto”, στο “Balkan” κι ο Σταύρος να κουνάει το κεφάλι και να μουρμουρίζει “κρίμα…”. Δώδεκα παρά είκοσι, παρά δεκαεννιά, παρά δώδεκα. Κοιτούσα το τηλέφωνο και ήθελα με το βλέμμα να το μεταβάλλω σε κάτι εντελώς βουβό και άψυχο. Χωρίς επιτυχία. Χτύπησε. Η Δήμητρα. Με είχε “χρεωμένο” όταν οι δουλειές ήταν κρίσιμες, ειδικά αργά βράδυ και μάλιστα Παρασκευής.
- Έλα, “έβγαλε” τίποτα ο Άκης;
- Εεεεεεε…… όχι
- Δεν σ’ ακούω σίγουρο
- Δεν φαίνεται να “βγάζει”
- Άσ’ τα “φαίνεται”, Ή “βγάζει” ή δεν “βγάζει”. Πόσες φορές την άκουσες;
- Δύο. Δεν “βγάζει” κάτι.
- Τίποτα;
- Τίποτα
- Γιατί δεν την άκουσες ακόμα μία; Ακόμα πέντε, να ‘σαι σίγουρος;
- Δεν γινόταν, δεν προλάβαινα.
- ….. καλά, πέρνα με στο master
- Δεν μπορώ, ακούει ο Σταύρος
- Καλά. Ησύχασε. Άντε, δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Μην πεθάνεις εκεί μόνος σου απόψε. Αν έγινε κάτι, θα σε πεθάνουν αύριο ξεκούραστα… Κλείσε.
Κατάφερα να συρθώ δέκα μέτρα ως το master. Η αποστολή τελείωνε κι ο …Αποστόλης (μάλλον εκ του “αποστολή” με τόσες που ‘χε κάνει) καληνυχτούσε, ο Σταύρος μ’ έψαχνε.
- Με ποιον μίλησες;
- Με κανέναν, δεν προλάβαινα.
- Καλά ρε παντός καιρού… Δεν έχει τίποτα. Πρέπει να ‘ναι παγκόσμιο ρεκόρ…
- Τι ρεκόρ;
- Άσε τα ρεκόρ. Σχόλασες; Άντε καλή ξεκούραση.
Δεν ξέρω πως πήγα σπίτι, αν ήταν σπίτι μου, που ήταν, ποιος ήμουν, τι ήμουν κι όλα τα σχετικά. Δεν ξέρω πως κοιμήθηκα μια ώρα για να ξαναπάω στη δουλειά. Όταν μπήκα στο γραφείο ο Κάπτιν ούρλιαζε:
- Ποιος θα πάει στην ΕΒΟ με τον Άκη;;;;;
- Η Δήμητρα
- Μήπως να στείλουμε τον Τσίρο; Έχει κάτι άλλο ταυτόχρονα;
- Όχι, δεν έχει, Εγώ θα πάω. Άσε τον Τσίρο σήμερα να κοιτάει τα περιστέρια στην Εθνική…. χθες έκανε ρεκόρ…
- Τι ρεκόρ; Κατέστρεψε πάλι κάνα κινητό;;; Ένα διακόσια έκανε το προηγούμενο…
Ψιλολιποθύμησα σε μια καρέκλα και γλίτωσα απ’ όλα. Γύρω μου άκουγα γέλια, χέρια με χτυπούσαν στην πλάτη, ο Κάπτιν γελούσε με την ψυχή του, ο κυρ-Θωμάς επανέφερε την πλάση στην ισορροπία της με κείνο το “Εισωραίοςρε”, ο κόσμος γύρω μου κοκκίνιζε. Η επισήμανση ξεθώριαζε σ’ όλο το κέντρο, ακόμα και στο “De facto” που δεν πήγα ποτέ, στον “Ερμή” άχνιζε μακαρονάδα με άγνωστα σε μένα αλλαντικά και τραπέζι ρεζερβέ και καρτέλα στ’ όνομά μου: “Πουλί” εξακριβωμένο, σε περίπτωση παγκοσμίου ρεκόρ (δήλωση Άκη για θέμα που ρωτά όλος ο Τύπος και “παίζει” πρώτο, αλλά που δεν “έβγαζε” τίποτα, τελικά).
Θα με πείτε, …τι σας τα λέω τώρα όλα αυτά.
Πέθανε ο Άκης κι εγώ έπιασα να λέω τα δικά μου.
Δεν ξέρω γιατί.
Σίγουρα, ο Άκης “έφυγε¨σήμερα και “τα χρόνια εκείνα”, μια ολόκληρη εποχή, έχει φύγει πριν απ’ αυτόν. Ή έτσι αισθανόμαστε, αλλά, κάπου-κάπου, κάτι εμφανίζεται και μας διαβεβαιώνει για το αντίθετο.
Για πολλούς από μας, τους αλητορουφιάνους, έτυχε ο Άκης και η εποχή του να συμπέσει με τις καλύτερές μας μέρες, μέρες νιότης βιολογικής και επαγγελματικής, μέρες με τον Τύπο πλούσιο και παντοδύναμο και επαγγελματικής εκπαίδευσης σε συνθήκες παραπάνω κι από ιδανικές, ελληνικώς υπερβολικές και πασοκικά διαπλεκόμενες. Και η σημερινή αναχώρηση δεν μπορεί παρά να ξαναφέρνει στο νου μας τις μέρες εκείνες και μακάρι οι ενδιάμεσες να μην πέρασαν απροβλημάτιστες και όλοι, αλητορουφιάνοι και ξεγνοιαστοψηφοφόροι, να ωριμάσαμε ανάλογα.
Αν και δεν το βλέπω…
Να ‘στε καλά και να τον θυμάστε.
Ειδικά για τα τελευταία είκοσι, απ’ τα τριάντα και βάλε που ήταν μαζί μας στον υπαρκτό, πολιτικό κόσμο μας.-
ΥΓ: το παραπάνω σκηνικό δεν είναι το μόνο που θυμάμαι με τον Άκη κι απ’ τον Άκη. Μερικά χρόνια αργότερα, χτύπησε το τηλέφωνο και μια φωνή του περιβάλλοντός του μου είπε … καθησυχαστικά: εξαφανίσου μόνος σου από τον κόσμο, γιατί αλλιώς θα σε εξαφανίσει απ’ το σύμπαν. Δεν έδωσα καμία σημασία. Δεν εξαφανίστηκα. Το ίδιο απόγευμα εξαφανίστηκαν τρεις αντιστράτηγοι του Υγειονομικού -όχι εν αποστρατεία- και η ανώτερη ιατρική επιτροπή των ενόπλων μας δυνάμεων έψαχνε επαναστελέχωση. Είχαν “παραιτηθεί” μετά αποκλειστικό πρωτοσέλιδο εκ Θεσσαλονίκης κι η Κανέλλη είπε πρωί-πρωί απ΄την τηλεόραση “ότι αυτό ήταν το πρωτοσέλιδο που έπρεπε να έχουν σήμερα όλες οι εφημερίδες, αλλά μία το είχε αποκλειστικώς. Είχαν αποστρατεύσει υπαξιωματικό-φορέα HIV, με τον χειρότερο, τον πλέον παράνομο, τον πιο απαράδεκτο τρόπο και “παραιτήθηκαν” ενώ ο Άκης επέστρεφε αεροπορικώς από Γερμανία. Το επόμενο πρωί, το τηλέφωνο ξαναχτύπησε. “Ο Άκης θα ‘ρθει Παρασκευή. Σάββατο μεσημέρι σε περιμένει να φάτε μαζί, Χαμόδρακα”. Δεν πήγα. Κι όλη η ένταση και η όποια εχθρότητα τέλειωσε εκεί. Δεν υπήρχε λόγος να χτυπηθεί ο ενδιάμεσος, ο αγγελιοφόρος, ενώ το λάθος ήταν άλλων. Οχτακόσια χρόνια μετά και τις δημόσιες σχέσεις να έχουν υποκαταστήσει τα πάντα στην Πολιτική… ρωτάς εγγράφως, περιμένεις μήνες και το μόνο που λαμβάνεις είναι αρχικώς δυσαρέσκεια και -αμέσως μετά- διαρκή πόλεμο. Ενώ οι αμαρτίες και τα …”μελώματα” (βάζου) είναι η ίδια η Πολιτική. Και το εφαρμόζουν αυτό κάτι δευτεράντζες και κάτι ξεφτίλες που όχι 17 λεπτά δεν μπορούν να μιλήσουν από στήθους, αλλά ούτε 17 δευτερόλεπτα. Και … σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ.
ΥΓ2: περιμένω να δω πόσο θα πάρει στην ΕΡΤ του πολιτικού πρόσφυγα και εξόριστου ηλικίας έξι μηνών, να ανακαλύψει ότι ο Τσοχατζόπουλος -όπως κι αν κατέληξε με τις πράξεις του- δεν εμφανίζεται στα πολιτικά πράγματα το 1981, αλλά πολλά χρόνια πριν κι ότι ήταν στέλεχος βασικό του ΠΑΚ. Και ανήλικος δεν ήταν στα χρόνια της δικτατορίας και δεν ζούσε ειρηνικά κι ανενόχλητος σε κάποιο Παρίσι.