Από το “Τριανόν” στο Μέτωπο

από το πολεμικό ημερολόγιο ενός εφέδρου

του εφέδρου υπολοχαγού Πεζικού, Ελευθέριου Ελευθεριάδη

 

 

 

 

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ’40
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΗ – ΑΝΘ/ΓΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ Τ.Τ. 518

Θεσσαλονίκη, 23 Αυγούστου 1940

 

Το καφενείο «Τριανόν», είναι το εντευκτήριο των αργόσχολων νέων κι η Ακαδημία των ανέργων επιστημόνων. Το τάβλι, η πιο φτηνή απασχόλησή τους. Μ’ ένα διφραγκάκι, αγκαζάρεις μια καρέκλα με θέα προς τον Θερμαϊκό και τον μεγαλόπρεπο Όλυμπο. Κουνάς τα ζάρια σ’ απανωτές παρτίδες, χτυπάς τα πούλια μ’ όλη σου τη δύναμη, για να εκδικηθείς την κακή σου μοίρα, και δίνεις μια «μούντζα» στη μέρα που δεν ήταν καλύτερη από εκείνη που πέρασε, κι ούτε φαίνεται ν’ αλλάξει κι αυριανή…

-Εδώ είσαι, Λευτέρη; Σε έψαχνε ένας χωροφύλακας.

Όλη η θορυβώδης παρέα, μεμιάς, βουβάθηκε. Κάνω πως δεν δίνω σημασία κι αρπάζω τα ζάρια σαν να μη συνέβη τίποτα, όμως μαντεύω γιατί με ζητούν. Εδώ και καιρό ψιθυρίζεται επιστράτευση.

-Ίσως, να μην είναι σοβαρό, Λευτέρη, διακόπτει ο Μανούσης. Μπορεί να σε καλούν, για να αλλάξουν το απολυτήριό σου, όπως γίνεται τώρα τελευταία, με τους έφεδρους αξ/κούς…

-Δεν είναι τίποτε, παιδιά. Και πέρυσι, μας κάλεσαν να φρουρήσουμε τα σύνορα για τον κίνδυνο μη μας επιτεθεί η Ιταλία. Τότε, δεν τόλμησαν. Φαίνεται, πάλι κοκκορεύονται..

Έριξα άγκυρα στο δωμάτιό μου, με τη σκέψη πως ο χωροφύλακας θα με αναζητήσει κι εκεί. Ξάπλωσα ντυμένος για να είμαι σε επιφυλακή. Ρεμβάζω και ζω, υποθετικές σκηνές πολέμου.

 Ήμουν 6-7 χρόνων, όταν οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα από τους Τούρκους. Μεγάλωσα στα χαρακώματα, με τους Ρώσους Κοζάκους, μαζί με πολλά άλλα παιδιά. Τρώγαμε από το καζάνι των Κοζάκων. Δεν θέλαμε να φύγουμε από κοντά τους. Ίσως γιατί μας παίζανε και μας περιποιότανε, χωρίς να μας μαλώνουν, όπως οι δικοί μας, στο σπίτι. Ίσως και γιατί μας άρεσε το «νταβαντούρι» και ο κρότος των κανονιών, έχοντας άγνοια του κινδύνου… Μήπως, ο πετροπόλεμος δεν ήταν το αγαπημένο μας ομαδικό παιχνίδι; Λίγα μέτρα πιο πέρα, τα Ρωσικά κανόνια, κάθε πρωί, στέλνανε μερικές εκατοντάδες οβίδες στα τουρκικά χαρακώματα. Οι Τούρκοι δεν είχαν κανόνια ν’ απαντήσουν στους Ρώσους. Λίγοι τυφεκιοφόροι, νηστικοί και κουρελήδες, οχυρωμένοι στο Μοναστήρι του Αγιαννιού, στο Κουσπιδί. Οι πυροβολαρχίες των Ρώσων ξερνούσαν το καυτό ατσάλι τους, μέσα από τα χωράφια της Λιβεράς, χωρίς καμία κάλυψη. Τι είχαν να φοβηθούν; Τους γκράδες των πεινασμένων Τούρκων, από απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων;…

Με τις θύμησες αυτές, πετάχτηκα να γυρέψω τον χωροφύλακα. Ανυπομονώ. Ρωτώ τον Γ΄ Αστυνομικό, τρέχω στο Ε΄ Τμήμα, μα κανείς, δεν μπορεί να με πληροφορήσει…

Νωρίς το πρωί ξαναπήγα στο Τμήμα Γενικής Ασφαλείας. Καλούμαι να παρουσιαστώ το ταχύτερο στη Βεύη, κωμόπολη ανάμεσα στο Αμύνταιο και τη Φλώρινα. Άλλοτε, «Μπάνιτσα». Στην περυσινή τοπική επιστράτευση πάλι εκεί υπηρέτησα ως Υπασπιστής της Οροφυλακής. Οι κάτοικοι, είναι βουλγαρόφωνοι και βουλγαρίζουν και στην ουσία. Δεν θέλουν ή δεν κατορθώνουν – δεν το ξέρω – να μάθουν ελληνικά. Θεωρούν τιμή τους να λένε πως δεν ξέρουν ελληνικά.

Το κείμενο της τηλεγραφικής πρόσκλησης, λέει: “Ειδοποιήσατε αυτόθι έφεδρον ανθυπολοχαγόν Ελευθεριάδην Ελευθέριον, παρουσιασθή ταχύτερον Βεύην». -Διοικητής 8ου Κέντρου Επιστρατεύσεως – Ν. Παπαδόπουλος…”

 

Βοηθητικές σημειώσεις:

το “Τριανόν” ήταν καφενείο στην παλιά παραλία της Θεσσαλονίκης, κεντρικό και δημοφιλές, το μετέπειτα -μετά το 1963- “Αχίλλειον”, όνομα που του έδωσαν οι τότε ιδιοκτήτες, μετά το γαμήλιο ταξιδι του ενός στην Κέρκυρα. Η θέα από το σημείο αυτό της παραλίας προς τις ακτές της Πιερίας είναι πράγματι εντυπωσιακή, τις μέρες με καθαρή ατμόσφαιρα.

Βεύη ή Μπάνιτσα: κωμόπολη της Φλώρινας, σημείο στρατηγικής σημασίας ανέκαθεν. Ελέγχει την δίοδο από το βορρά προς το νότο και την Θεσσαλονίκη και η πρώτη καταγραφή της ως σημαντικό πέρασμα και φυλάκιο πάει πίσω στους ρωμαικούς χρόνους, όταν το πέρασμα (αργότερα Πέρασμα Βεύης/Κλειδί) ήταν ζωτικό σημείο της Εγνατίας Οδού. Οι δυνάμεις που συγκεντρώθηκαν εκεί στο ξέσπασμα του Ελληνοιταλικού Πολέμου/Ιταλικής Εισβολής έλεγχαν την δίοδο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και τον εφοδιασμό του μετώπου και το να μην υπερφαλλαγγιστεί το μέτωπο της Ηπείρου από το βόρειο άκρο του. Με την εξέλιξη του πολέμου και την ελληνική αντεπίθεση, σημαντικές δυνάμεις προωθήθηκαν προς τα ελληνοαβανικά σύνορα.

Η Βεύη και το Πέρασμα Κλειδί ήταν ένα από τα σημεία που τάχθηκαν να υπερασπίσουν ισχνές ελληνικές δυνάμεις και δυνάμεις των Συμμάχων (Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί, κυρίως Μαορί), προκειμένου να επιβραδύνουν την γερμανική εισβολή από την Βουλγαρία και την Γιουγκοσλαβία. Πράγματι, μεγάλο μέρος των κατοίκων της ήταν βουλγαρόφωνοι και η κωμόπολη έζησε έναν αιώνα συνεχούς δοκιμασίας, από τα μέσα του 19ου αιώνα ως και το τέλος του ελληνικού Εμφυλίου.

23 Αυγούστου 1940: μία βδομάδα μετά τον τορπιλισμό της “Έλλης”, στην Τήνο. Η ελληνική κυβέρνηση και ο Μεταξάς έχουν ικανά στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητα του υποβρυχίου που βύθισε το εύδρομο, τον Δεκαπενταύγουστο. Η ελληνική ηγεσία συνεχίζει τις παρασκηνιακές προετοιμασίες για πόλεμο, φροντίζοντας ιδιαίτερα να μην δώσει λαβή και αφορμή στην Ιταλία για κήρυξη πολέμου. Ο πληθυσμός της χώρας ζει κάτι σπάνιο, προετοιμαζόμενος για πόλεμο, χωρίς δημόσιες αναφορές της κυβέρνησης και της επίσημης διπλωματίας. Ατμόσφαιρα ανάλογη με την περιοδο πριν την κήρυξη πολέμου μεταξύ Μ. Βρετανίας και Γερμανίας, αλλά και την πρώτη εμπόλεμη περίοδο, χωρίς ουσιαστική σύγκρουση, μετά την Δουνκέρκη.
Την μέρα εκείνη, ο Ελευθέριος Εευθεριάδης είναι 30 ετών. Ένα χρόνο -ή ενάμιση- πριν, πήρε το πτυχίο του από την Φυσικομαθηματική Σχολή του ΑΠΘ. Είναι ήδη έφεδρος. Δεν έχει ακόμη κατοικήσει στην Κατερίνη. Ως κάτοικος Κοζάνης και αργότερα Γρεβενών, στρατολογείται σ’ αυτή την περιοχή.
Η προσωπική τηλεγραφική πρόσκληση που παρέλαβε είναι αυτό που καθόριζε το σχέδιο μυστικής επιστράτευσης και η περιγραφή που ακολουθεί είναι από το αρχείο της Α4 Διεύθυνσης Επιστράτευσης του Γενικού Επιτελείου Στρατού:

Το Σχέδιο Επιστράτευσης που εφαρμόσθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940 ήταν αυτό που είχε συνταχθεί το Σεπτέμβριο του 1939 και συνοδευόταν από πολλά επιμέρους σχέδια επιτάξεων, μεταφορών, διασποράς κ.λπ., με σκοπό τη βαθμιαία και αθόρυβη μετάπτωση του στρατού αρχικά στη μερική και στη συνέχεια στη γενική επιστράτευση. Η μερική μυστική επιστράτευση άρχισε τον Αύγουστο του 1940 μετά τον τορπιλισμό της Έλλης. Έγιναν ατομικές προσκλήσεις εφέδρων Αξκών δήθεν για μετεκπαίδευση και ατομικές προσκλήσεις αγύμναστων οπλιτών. Η Όγδοη Μεραρχία υπεύθυνη για τον Τομέα της Ηπείρου, η Ενάτη Μεραρχία και η Τετάρτη Ταξιαρχία υπεύθυνες για τη Δυτική Μακεδονία, καθώς και το Απόσπασμα Πίνδου συμπληρώθηκαν σχεδόν στην πολεμική τους σύνθεση. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, συγκροτήθηκε στη περιοχή Αλεξανδρουπόλεως η Μεραρχία Αρχιπελάγους, της οποίας τα Συντάγματα προέρχονταν από τα νησιά του Αιγαίου. Η πολεμική μηχανή της χώρας την 28η Οκτωβρίου 1940 ετέθη σε λειτουργία μόνο με μία (1) τηλεφωνική διαταγή του Γενικού Επιτελείου με λίγες λέξεις. Την πληρότητα του Σχεδίου κατέδειξε η εφαρμογή του όταν μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες επιτεύχθηκε η κινητοποίηση και η προώθηση 300.000 ανδρών και 125.000 κτηνών στις παραμεθόριες περιοχές προς την Αλβανία και τη Βουλγαρία. Επρόκειτο για ένα (1) μελετημένο μηχανισμό κινητοποίησης, με πολύ στέρεες βάσεις και με εξαιρετική ευκαμψία. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε την προθυμία, τη σύμπνοια και την εθνική ενότητα του λαού, καθώς και την πειθαρχία των επιστρατευμένων κατά την πορεία τους προς το μέτωπο.

“Και πέρυσι, μας κάλεσαν να φρουρήσουμε τα σύνορα για τον κίνδυνο μη μας επιτεθεί η Ιταλία”: αναφέρεται στην σύντομη επιστράτευση που διατάχθηκε την άνοιξη του 1939. Στις 7 Απριλίου 1939 η Ιταλία κατέλαβε αμαχητί την Αλβανία και αποβίβασε στρατεύματά της στην γειτονική μας χώρα.